Ένα συνηθισμένο θέμα συζήτησης και προβληματισμού είναι αυτό του χρόνου συμμετοχής στους αγώνες. Ειδικότερα, το αν οι προπονητές θα έπρεπε να συζητάνε για το χρόνο συμμετοχής με τους γονείς.
Επικρατεί η άποψη που υποστηρίζει ότι σε ηλικιακό επίπεδο παιδικού και εφηβικού (high school level), οι προπονητές δεν έχουν καμία υποχρέωση να συζητάνε το συγκεκριμένο θέμα με τους γονείς.
Πρόκειται καθαρά για μια συζήτηση που πρέπει να λαμβάνει χώρα μεταξύ προπονητή και παίκτη.
Προσωπικά πιστεύω στην δημιουργική επικοινωνία και ενθαρρύνω απορίες, συζητήσεις και ανατροφοδότηση από τους γονείς σχετικά με:
• Τρόπο συμπεριφοράς προς τον αθλητή. • Την ακαδημαϊκή του πρόοδο. • Πρόγραμμα ομάδας, προπονήσεων και αγώνων. • Τη συνολική προσπάθεια και συμπεριφορά του αθλητή (εντός και εκτός γηπέδου). • Την προοπτική του παιδιού να παίξει σε υψηλότερο επίπεδο.
Θα μπορούσε επίσης ο προπονητής να επικοινωνήσει στους γονείς:
• Τις προσδοκίες για το ρόλο του αθλητή στην ομάδα. • Την αξιολόγηση των θετικών και αρνητικών στοιχείων του αθλητή.
Αλλά ο προπονητής δεν πρέπει να συζητά, να δικαιολογεί ή να υπερασπίζεται το χρόνο συμμετοχής του κάθε παίκτη. Ο προπονητής είναι 100% υπεύθυνος για το σωστό ή το λάθος, με ποιους θα παίζει και πόσο θα τους χρησιμοποιεί.
Το πρόγραμμα είναι δικό του και ο χρόνος συμμετοχής δική του απόφαση.
Κάθε προπονητής χρησιμοποιεί αυτούς και με ποσοστό συμμετοχής, που πιστεύει ότι του δίνουν τη μεγαλύτερη πιθανότητα για νίκη. Η θεωρία ότι "ο προπονητής δεν συμπαθεί το παιδί μου" σαν αιτία μειωμένου χρόνου συμμετοχής δεν έχει καμία υπόσταση.
Η πλειοψηφία των γονέων δεν μπορεί να δει αντικειμενικά όλη την εικόνα.
Είναι, δικαιολογημένα ίσως, προκατειλημμένοι υπέρ της ευτυχίας και της ικανοποίησης του παιδιού τους. Ο γονέας τις περισσότερες φορές δεν παρευρίσκεται στις προπονήσεις και στις ομαδικές συναντήσεις.
Ο αθλητής και ο προπονητής είναι οι μόνοι που γνωρίζουν όλες τις πληροφορίες και για αυτόν ακριβώς το λόγο οι μόνοι που πρέπει να κάνουν αυτήν τη συζήτηση.
Επιπλέον, για να είμαστε ειλικρινείς, 99% των περιπτώσεων, οι γονείς δεν γνωρίζουν το παιχνίδι όσο ο προπονητής. Το να είναι κάποιος φίλαθλος του μπάσκετ δεν τον κάνει αυτόματα αυθεντία.
Ο χρόνος συμμετοχής είναι καθαρά άποψη και κρίση. Αυτό που συχνά δεν καταλαβαίνουν οι γονείς είναι ότι πολλές φορές δεν παίζουν, περισσότερο, οι καλύτεροι παίκτες, αλλά οι 5 που παίζουν καλύτερα μαζί.
Η διαφοροποίηση είναι πολύ σημαντική. Η χημεία είναι ζωτικής σημασίας. Οι παίκτες μιας ομάδας πρέπει να ταιριάζουν μεταξύ τους, όπως τα ξεχωριστά κομμάτια ενός παζλ που σχηματίζουν μια όμορφη εικόνα.
Οι παίκτες έχουν κάθε δικαίωμα να συζητήσουν το χρόνο συμμετοχής τους με τον προπονητή. Αλλά ο τρόπος προσέγγισης θα πρέπει να είναι: "Τι χρειάζεται να κάνω για να κερδίσω περισσότερο χρόνο συμμετοχής;"
Δεν υπάρχει προπονητής που δεν θα καλοδεχτεί αυτήν την προσέγγιση.
|
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου